Οι εκδόσεις Λιβάνη εξέδωσαν το «μυθιστόρημα» Το 3 και το 7 του Γ. Παπαχρήστου και οι κριτικοί το λιβάνισαν. Οι ενθουσιώδεις παρατηρήσεις που διάβασα με αποκορύφωμα τη σύγκριση του βιβλίου με την τραγωδία με έκαναν να αγανακτήσω και να αντιδράσω δημοσιοποιώντας τη γνώμη μου.
ΥΠΟΘΕΣΗ: Ο γυναικάς μεγαλογιατρός Τερζάκης διατηρεί -παράλληλα με άλλες- μακροχρόνια σχέση με τη νοσηλεύτρια Καίτη. Από ένα λάθος τηλεφώνημα γνωρίζει και «ερωτεύεται» και την κόρη της, Νικόλ, την οποία αφήνει έγκυο. Ο γιατρός θέλει να απαλλαγεί από το παιδί και να σταματήσει τη σχέση του με την κόρη. Γι’ αυτό της αποκαλύπτει το δεσμό του με τη μητέρα της. Εκείνη όμως ονειρεύεται «ένα μεγάλο σπίτι μαζί του», «σαλόνια, τζάκια, καναπέδες, πισίνα και κήπους», «επίσημα δείπνα … τουαλέτες και ακριβά κοσμήματα» (σ.163). Έτσι αποφασίζει να ανακοινώσει στην ανυποψίαστη ως τότε μητέρα της την αλήθεια και να της ζητήσει να εγκαταλείψει τον εραστή της, για να τον παντρευτεί η ίδια. Στο κεφάλαιο με τον τίτλο Ηρωίδες αρχαίας τραγωδίας σ’ ένα δυάρι στο Νέο Κόσμο η μητέρα αντιδρά στο άκουσμα του νέου βίαια: «χτύπησε … ξαναχτύπησε … όρμησε … χίμηξε … ούρλιαξε … θα σε σκοτώσω μωρή, πουτάνα (sic)» (σσ. 192-193). Η κόρη «ούτε που κατάλαβε» (σ. 194) πώς σκότωσε τη μητέρα της με το ψωμομάχαιρο. Συγκλονισμένος ο Τερζάκης αυτοκτονεί και ο πλούσιος φίλος του Σαραντόπουλος -στέλεχος σε μια πολυεθνική- αναλαμβάνει να προστατεύσει τη μικρή μητροκτόνο. Της βρίσκει το μεγαλοδικηγόρο Περλορέντζο για «να πέσει στα μαλακά» (σ. 216) στη δίκη. Στο τέλος, όταν «σε τρία, τρεισήμισι χρόνια» (sic σ.245) βγαίνει από τη φυλακή με το κοριτσάκι που είχε στο μεταξύ γεννήσει (και βαφτίσει με το όνομα της μητέρας της), ο Σαραντόπουλος είναι εκεί, έξω από την πύλη, με τη «μπλε σκούρα BMW του» (σ.277), για να της προσφέρει τη «ζωή που δεν έζησε με τον καθηγητή της» και που «έπαιρνε τώρα σάρκα και οστά στη μορφή αυτού του γοητευτικού άντρα…» (σ.278). Γιατί Η ζωή είναι γένους αρσενικού, όπως μας διδάσκει ο τίτλος του τελευταίου αυτού κεφαλαίου.